Tripadvisor: #9 Αξιοθέατο στις προτιμήσεις των επισκεπτών της Καβάλας.
Ώρες λειτουργίας:
Τιμή εισιτηρίου:
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της Ελλάδας στο είδος του. Φιλοξενεί αντιπροσωπευτικά ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας ιδρύθηκε το 1934. Από το 1964 στεγάζεται στο νέο κτίριο στην παραλία το οποίο κατασκευάστηκε από τους καθηγητές της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δ. Φατούρο και Γ. Τριανταφυλλίδη. Το μουσείο απέκτησε στο τέλος του 2000 μία νέα πτέρυγα με χρηματοδότηση από το ΙΙ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης. Η έκθεση της νέας πτέρυγας εντάχθηκε στο INTERREG IIIA / PHARE CBC Eλλάδα – Βουλγαρία και υλοποιήθηκε από το 2006 ως το 2009. Ενσωματώθηκε οργανικά στο εκθεσιακό πρόγραμμα του Μουσείου, δίνοντας τη δυνατότητα ανάπτυξης μιας κυκλικής πορείας του επισκέπτη, από την νέα είσοδο του Μουσείου προς τον διάδρομο της προϊστορικής συλλογής και την αίθουσα της Αμφίπολης στο παλιό μουσείο με κατάληξη στην νέα έκθεση. Αυτή καλύπτει συνολική επιφάνεια 376 τ.μ. και αποτελείται από δέκα ενότητες (Ι-Χ). Το θέμα της είναι η διαχρονική ιστορία της πόλης της Καβάλας με τίτλο «Νεάπολις – Χριστούπολις – Καβάλα», που προκύπτει από τα τρία ονόματα της πόλης κατά την αρχαιότητα, τα βυζαντινά και τα νεότερα χρόνια αντίστοιχα.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Καβάλας είναι το κεντρικό αρχαιολογικό μουσείο της Ανατολικής Μακεδονίας. Στεγάζει προϊστορικά ευρήματα από όλο το νομό Καβάλας καθώς και ευρήματα από τις ανασκαφές της Νεάπολης (παλιάς Καβάλας), της Αμφίπολης καθώς και από άλλες περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας.
Στο ισόγειο του κτιρίου η πρώτη αίθουσα είναι αφιερωμένη στις ανασκαφικές έρευνες της Νεάπολης, δηλαδή της σημερινής συνοικίας Παναγία της Καβάλας. Στο δυτικό άκρο της μεγάλης αίθουσας επιχειρήθηκε η αναπαράσταση δύο ιωνικών κιόνων του ναού των αρχών του 5ου π.Χ. αιώνα της θεάς Παρθένου, πολιούχου της αρχαίας Νεάπολης, στο πραγματικό τους ύψος. Επάνω τους τοποθετήθηκαν δύο από τα αρχαία ιωνικά κιονόκρανα του ναού ενώ ένα σύνολο από άλλα αρχιτεκτονικά του μέλη (κιονόκρανα, κυμάτια) έχουν εκτεθεί στα δεξιά του επισκέπτη σε χαμηλό ύψος που επιτρέπει την καλύτερη παρατήρησή τους. Εκτίθενται, επίσης, αναθηματικές επιγραφές και μεγάλη συλλογή αγγείων και ειδωλίων αρχαϊκών χρόνων διαφόρων εργαστηρίων (Κορίνθου, Κυκλάδων, Χίου) αφιερώματα των πιστών προς τη θεά.
Η δεύτερη αίθουσα είναι αφιερωμένη στις ανασκαφές της Αμφίπολης. Τα περισσότερα εκθέματα είναι δείγματα της κλασικής και ελληνιστικής περιόδου και της ρωμαϊκής εποχής και προέρχονται από το νεκροταφείο της πόλης. Μεταξύ άλλων εκτίθενται μια μαρμάρινη προτομή γυναίκας (Δ’ αι. π.Χ.), μια μαρμάρινη επιτύμβια στήλη εφήβου (Ε’ αι. π.Χ.), ένα μεγάλο χρυσό δακτυλίδι και ένα χρυσό στεφάνι ελιάς που βρέθηκαν στον μακεδονικό τάφο 1 (300 π.Χ.), ένα ακέφαλο μαρμάρινο άγαλμα που παριστάνει γυναίκα με πέπλο (Α’ αι. π.Χ.) και το πορτρέτο της Ρωμαίας αυτοκράτειρας Αγριππίνας.
Στη στοά εκτίθενται σε προθήκες ευρήματα από τη Νεότερη Νεολιθική Εποχή και την Εποχή του Χαλκού από διάφορους προιστορικούς οικισμούς της Ανατολικής Μακεδονίας (Γαληψός, Φωτολείβος, Ντικιλί Τας, Δήμητρα, Καλαμπάκι).
Στον πρώτο όροφο εκτίθενται αρχαιότητες από τη Γαληψό, την Οισύμη, την αρχαία Τόπειρο, τα Αβδηρα, τη Μεσημβρία και την αρχαία Τράγιλο, καθώς και από τους τάφους τύμβου στη Νικήσιανη του Παγγαίου. Πρόκειται για μελανόμορφα και ερυθρόμορφα αγγεία, πήλινα ειδώλια, πήλινες σαρκοφάγους, ένα ζωγραφιστό κιβωτιόσχημο τάφο, μεταλλικά αγγεία, και νομίσματα των Μακεδόνων βασιλέων. Πολύ σημαντικά εκθέματα είναι ένας κυκλαδικός αμφορέας (Ζ’ αι. π.Χ.) και μια ερυθρόμορφη υδρία (Δ’ αι. π.Χ.) που βρέθηκαν στο νεκροταφείο της Οισύμης τα οποία χρησίμευαν ως τεφροδόχα δοχεία. Επίσης υπάρχει μια πώρινη σαρκοφάγος διακοσμημένη στο εσωτερικό της, που προέρχεται από ταφικό μνημείο της αρχαίας Τραγίλου (300 π.Χ.).
Στην αυλή και στο αίθριο του μουσείου υπάρχουν επιτύμβιες και αναθηματικές στήλες, ανάγλυφες και ενεπίγραφες, καθώς και αρχιτεκτονικά μέλη από διάφορες περιοχές της ανατολικής Μακεδονίας, που χρονολογούνται στη ρωμαϊκή εποχή